Νιώθω μια γλυκιά κούραση από τη ζωή που μοιράστηκε απλόχερα μαζί μου τους θησαυρούς της. Γεννήθηκα μια βροχερή μέρα του Νοέμβρη στη Μπαρμπούτα, την εβραϊκή συνοικία, με τα λιθόστρωτα σοκάκια και τα επιβλητικά αρχοντικά στη σειρά με τα περίφημα σαχνισιά, πάνω σ’ ένα από τα πόδια του Τριποτάμου. Όταν γεννήθηκα εγώ, είχαν ήδη φύγει από την περιοχή οι Εβραίοι, όπως και οι Μουσουλμάνοι, αφήνοντας τις ζωές τους εκεί, παγωμένες για πάντα στις σελίδες της ιστορίας. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τα εβραιόπουλα, τα τουρκόπουλα και τα ελληνόπουλα να παίζουν μαζί στην Οδό Ολγάνου, μπροστά στη παλιά εβραϊκή συναγωγή, όπου πλέον έπαιζα κι εγώ και κυνηγούσα τις γάτες. Τις κυνηγούσα μέχρι τον έρημο τουρκομαχαλά, όπου λίγα αχνά φώτα τα βράδια χορεύουν με τις αναμνήσεις όλους αυτούς τους αιώνες μέχρι σήμερα. Τελικά δεν άργησα να φύγω κι εγώ από τη Βέροια, έγινα αυτό που λένε, εσωτερική μετανάστρια.
Έφτασα στη Θεσσαλονίκη, όπου θα περνούσα την υπόλοιπη μου ζωή και από όπου μάλλον θα ξεκινήσω και το μονόδρομο ταξίδι. Όταν γεννήθηκα εγώ, είχαν ήδη φύγει από την περιοχή οι Εβραίοι, όπως και οι Μουσουλμάνοι, αφήνοντας τις ζωές τους εκεί, παγωμένες για πάντα στις σελίδες της ιστορίας. Είχαν μείνει μόνο κάποιες σκόρπιες, θολές επιγραφές, που θύμιζαν διακριτικά την ποικιλία του μπαχτσέ, που λεγόταν κάποτε Σελανίκ. Εκεί, ξανά έκανα φίλους, εκεί ερωτεύτηκα για πρώτη φορά. Εκεί και οι πρώτες βόλτες με το καραβάκι στον Θερμαϊκό, τα δέντρα γύρω από το Λευκό Πύργο, το καθένα με τη δική του διαφορετική μυρωδιά, τα γυράδικα με τις χίλιες δυο νοστιμιές, οι αρχαιολογικοί χώροι με τις όμορφες γάτες -όχι, δεν τις κυνηγάω πια-, τα χρώματα του σούρουπου, την ώρα που οι μητέρες φώναζαν τα παιδιά να γυρίσουν στο σπίτι. Τα καλοκαίρια δεν έλειπαν τα μπάνια στη Χαλκιδική, είμαι μάλιστα και χειμερινή κολυμβήτρια. Έχω ταξιδέψει αρκετά, αν και το αυτοκίνητο με ζαλίζει. Αυτό, πάντα με δυσκόλευε στα ταξίδια που κάναμε για να δούμε τους παππούδες μου.
Η γιαγιά κι ο παππούς μου ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτό κι είμαι ευγνώμων στη ζωή. Μου έδωσε την ευκαιρία να κυνηγάω την ιστορία σε διάφορα μέρη. Ακόμα μυρίζω τα ψητά ψάρια που πουλάνε στις βάρκες μπροστά στην Αιγυπτιακή Αγορά, το ντουμάνι των ναργιλέδων στο Τοπχανέ. Ακούω τα γέλια των λαθρεπιβατών γλάρων πάνω στα καράβια για τα Πριγκηπόννησα, το ίδιο νωχελικό τραγούδι του μουεζίνη πέντε φορές την ημέρα. Σα να βλέπω τη γέφυρα του Γαλατά με τους απελπισμένους ψαράδες, τον Πύργο του Λέανδρου με την εγκλωβισμένη κοπέλα στη μέση του Βοσπόρου, τη Χαλκηδόνα παρέα με το Σκούδαρι να χαιρετούν το ηλιοβασίλεμα, τα ξύλινα φτωχικά σπίτια στο Φανάρι, μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά από τις πολυτελείς βίλες. Τους επτά λόφους των παραμυθιών, το επταπύργιο των εφιαλτών. Την Αγία Σοφία ολομόναχη να χαιρετά κάθε πρωί το Μπλε Τζαμί. Βέβαια, όταν πήγα εγώ εκεί, είχαν ήδη φύγει οι Ρωμιοί, όπως και οι Αρμένιοι, αφήνοντας τις ζωές τους εκεί, παγωμένες για πάντα στις σελίδες της ιστορίας.
Το φθινόπωρο της ζωής φέρνει και μια σοφία μαζί του. Και η ωριμότητα είναι ό, τι πρέπει για εθελοντισμό, γιατί ξέρεις πολύ καλά τι θέλεις πλέον και το κάνεις με αληθινή όρεξη. Κι έτσι, μεγάλη πια, βρέθηκα στο γραφείο του Therapy Dogs, το οποίο επιτελεί ένα σπουδαίο έργο για άτομα που ανήκουν στις αποκαλούμενες κοινωνικά ευπαθείς ομάδες, είτε πρόκειται για παιδιά και ενήλικες με αναπηρίες είτε για πάσχοντες από χρόνιες ή ανίατες νόσους, για ψυχικά ασθενείς, για πρώην εξαρτημένους. Ή ακόμα για ηλικιωμένους ανθρώπους.
Για να μπορέσω να προσφέρω κι εγώ σ’ αυτό το κοινωνικό έργο, έπρεπε να περάσω κάποια τεστ. Στα τεστ συμπεριφοράς, όπως ήταν αναμενόμενο, ήμουν πρώτη κι έτσι κανονίσαμε και την πρώτη μέρα που θα επισκεπτόμουν τα παιδιά που με περίμεναν με τόσο μεγάλη χαρά, όσο κι εγώ. Ήταν μέρα Τετάρτη. Δυστυχώς, δεν κατάφερα να περάσω τις αιματολογικές εξετάσεις. Το αίμα μου είχε αρχίσει ν’ ασπρίζει, όπως και τα μαλλιά μου. Τα 60.000 λευκά αιμοσφαίρια, έδειχναν λευχαιμία. Έτσι, παραμένω και σήμερα φίλη και επίτιμο μέλος της ομάδας Therapy Dogs, όπου γνώρισα πολύ καλά παιδιά που δίνουν μεγάλο αγώνα τελείως μόνα τους.
Όχι, δεν λυπάμαι που δεν έχω πλέον δυνάμεις να κάνω αυτά που μπορούσα όταν ήμουν νέα. Χαίρομαι που έχω τόσες πολύχρωμες αναμνήσεις να με συνοδεύουν στα γεράματά μου. Και σίγουρα η κάθε ηλικία έχει τα καλά της. Τώρα κάθομαι περισσότερο στον καναπέ, κοιμάμαι πιο πολύ στον ήλιο, τρώω λιγότερο, δείχνω την αδυναμία μου, όπως κάποτε καμάρωνα για τη δύναμή μου, απολαμβάνω τις μικρές στιγμές και κυνηγάω λιγότερο τα ασήμαντα. Ο δρόμος είναι αρκετά μακρύς για να κάνουμε λάθη και να πέφτουμε σε πολλές λακκούβες, αλλά και για να μυρίζουμε πολλά φυτά και να τρέχουμε πίσω από πολλές πεταλούδες.
Κι έτσι μια μέρα, που θα ανθίσουν για άλλη μια φορά οι παπαρούνες και όταν θα έρθουν οι επόμενοι, εγώ θα έχω ήδη φύγει αφήνοντας τη ζωή μου εδώ, παγωμένη σε κάποιες φωτογραφίες από διάφορες γωνιές του κόσμου. Αλλά, ξέρω πολύ καλά ότι δεν είναι καθόλου λίγα τα δεκατέσσερα πολύχρωμα χρόνια για μια ημίαιμη πιτμπουλίνα.
*Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στη σελίδα του Therapy Dogs, στις 25/08/2020.
*Αναδημοσίευση στην εφημερίδα Κόκκινη, στις 12/11/2020.